Κυτταρίτιδα και διατροφή: Υπάρχει σχέση;

Η κυτταρίτιδα αποτελεί μία αισθητική αλλοίωση της επιφάνειας του δέρματος. Χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση μικρών λάκκων που δίνουν μία όψη όμοια με αυτή του φλοιού του πορτοκαλιού. Είναι ένα σύνηθες φαινόμενο, το οποίο υπολογίζεται ότι εμφανίζεται στο 80-98% των μετεφηβικών γυναικών ανεξαρτήτως εθνικότητας. Σπάνια, μπορεί να παρατηρηθεί και σε άνδρες ως αποτέλεσμα διάφορων παθολογικών καταστάσεων οι οποίες σχετίζονται κυρίως με ανεπάρκεια ανδρογόνων.
Τα μέρη του σώματος που επηρεάζονται είναι κυρίως οι μηροί και οι γλουτοί και μερικές φορές το κάτω μέρος των ποδιών και η κοιλιά, καθώς αποτελούν περιοχές με τη μεγαλύτερη εναπόθεση λίπους και με λιποκύτταρα μεγάλα σε μέγεθος, που αντιστέκονται στη λιπόλυση.

Ανατομία ανθρώπινου δέρματος

Προκειμένου να γίνουν καλύτερα κατανοητοί οι μηχανισμοί που οδηγούν στη δημιουργία κυτταρίτιδας, ας δούμε πολύ συνοπτικά την ανατομία του δέρματος.
Το δέρμα μας, λοιπόν, αποτελείται από στοιβάδες ιστών, κάθε μία από τις οποίες έχει και έναν διαφορετικό ρόλο.

Όπως φαίνεται και από την εικόνα, η ανώτερη στοιβάδα είναι αυτή της επιδερμίδας, η οποία αποτελεί και έναν φυσικό φραγμό που εμποδίζει την είσοδο μικροοργανισμών στο αίμα μας. Ακολουθεί, ακριβώς από κάτω, το χόριο ή αλλιώς δερμίδα, η οποία αποτελείται από ίνες κολλαγόνου και ελαστίνης. Τέλος, παρακάτω, έχουμε τον υποδόριο ιστό, ο οποίος περιέχει πληθώρα λιποκυτυττάρων και εφάπτεται σε στοιβάδα μυϊκού ιστού (καφέ σκούρα στοιβάδα). Τα λιποκύτταρα του υποδόριου ιστού, χωρίζονται μεταξύ τους από ίνες κολλαγόνου ή ινώδη διαφράγματα, με δύο τρόπους:

  • Σε κατακόρυφα, όρθια τμήματα, όπου η διάταξη των ινών κολλαγόνου είναι κάθετη στον υποκείμενο μυϊκό ιστό (εικόνα Α).
  • Σε πολυγωνικά τμήματα, όπου η διάταξη των ινών κολλαγόνου σχηματίζει γωνία περίπου 45ο με τον υποκείμενο μυϊκό ιστό (εικόνα Β).

Τι προκαλεί την εμφάνιση κυτταρίτιδας;

Αν και ο όρος περιγράφηκε για πρώτη φορά σε κλινικό επίπεδο το 1920, μέχρι και σήμερα δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως οι μηχανισμοί που οδηγούν στην εμφάνιση της κυτταρίτιδας. Ύστερα από αρκετά χρόνια ερευνών και μελετών στην ανατομία του δέρματος, οι επιστήμονες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για μία φυσιολογική διαδικασία, η οποία είναι έντονα αλληλένδετη με το φύλο και δε σχετίζεται με παθολογικές καταστάσεις ή θνησιμότητα. Ωστόσο, πιο πρόσφατες μελέτες συσχετίζουν τη «σοβαρή κυτταρίτιδα» με καταστάσεις όπως η υπερισνουλιναιμία, γεγονός που χρήζει περαιτέρω διερεύνησης προκειμένου να αποσαφηνιστεί πλήρως.
Η κυτταρίτιδα, λοιπόν, είναι το αποτέλεσμα μίας ποικιλίας παραγόντων, στους οποίους φαίνεται ότι ανήκουν:

  • Αλλαγές στην αρχιτεκτονική του δέρματος
  • Διαταραχές της αιμάτωσης στις περιοχές που πλήττονται.
  • Ορμονικό προφίλ.
  • Υποδόρια φλεγμονή και ίνωση (συσσώρευση ινών κολλαγόνου).
  • Αυξημένη εναπόθεση λίπους.

Γιατί εμφανίζεται κυρίως σε γυναίκες;

Η εμφάνιση της κυτταρίτιδας στις γυναίκες οφείλεται κυρίως σε δύο λόγους:

  1. Κατακράτηση υγρών.

    Η κύρια γυναικεία ορμόνη, ανήκει στην οικογένεια των οιστρογόνων. Τα οιστρογόνα μαζί με το οξειδωτικό στρες και τη φλεγμονή, μπορούν να προάγουν την κατακράτηση υγρών αλλάζοντας την τοπική αγγειακή και λεμφική παροχέτευση. Έτσι, δημιουργείται οίδημα και ευνοείται η κυτταρίτιδα.

  2. Προσανατολισμός των ινών κολλαγόνου.

    Όπως προαναφέρθηκε, τα λιποκύτταρα που βρίσκονται υποδόρια, διαπερνώνται από τις ίνες συνδετικού ιστού, είτε καθέτως είτε πλαγίως. Στους άνδρες, η κατανομή είναι κατά κανόνα πλάγια, ενώ στις γυναίκες κάθετη.
    Όταν αυξάνεται το βάρος, τα υποδόρια λιποκύτταρα των ευάλωτων περιοχών (π.χ. των γλουτών), διογκώνονται, με αποτέλεσμα να ασκούνται πιέσεις στον συνδετικό ιστό που τα περιβάλλει και το δέρμα από πάνω. Όταν τα λιποκύτταρα στοιβάζονται κάθετα, οι πιέσεις αυτές είναι κάθετες, προς τα πάνω και προς τα κάτω. Έτσι, οι ανοδικές πιέσεις δημιουργούν λοφίσκους και οι καθοδικές πιέσεις δημιουργούν κοιλάδες, με αποτέλεσμα την εμφάνιση κυτταρίτιδας. Τώρα, λόγω διαφορετικής αρχιτεκτονικής δέρματος αλλά και διαφορετικού ορμονικού προφίλ, οι περισσότεροι άνδρες δεν εμφανίζουν κυτταρίτιδα, καθώς με την αύξηση βάρους, ο λιπώδης ιστός αυξάνεται πλευρικά και εσωτερικά, χωρίς να σχηματίζονται προεξοχές προς τα πάνω.

Συμμετέχει η διατροφή και ο τρόπος ζωής στην εμφάνιση κυτταρίτιδας;

Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει επαρκής τεκμηρίωση μέσω κλινικών μελετών για τη σχέση της διατροφής με την κυτταρίτιδα. Παρ’ όλα αυτά, ίσως συμβάλλουν στη βελτίωση της εικόνας του δέρματος στις ευάλωτες περιοχές (όπως και στη βελτίωση της γενικότερης υγείας):

  • Η αντικατάσταση των απλών υδατανθράκων (ζάχαρη, μέλι, επεξεργασμένα δημητριακά) με σύνθετους, ολικής άλεσης υδατάνθρακες.

Η υπερινσουλιναιμία είναι ένας από τους μηχανισμούς που ίσως επιδεινώνει την εικόνα των ευάλωτων περιοχών δέρματος. Γι’ αυτό η μείωση των απλών υδατανθράκων της διατροφής, οι οποίοι αυξάνουν πολύ γρήγορα τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, οδηγώντας αντιδραστικά σε απελευθέρωση μεγάλων ποσοτήτων ινσουλίνης, ίσως να αποτελέσει αποτελεσματική στρατηγική.

  • Η μείωση του αλατιού της διατροφής – Η ενίσχυση της ενυδάτωσης – Η αύξηση του καλίου.

Η υπερβολική κατανάλωση νατρίου (ή άλατος) φαίνεται ότι οδηγεί σε διαταραχές της αιμάτωσης των ευάλωτων περιοχών, λόγω της κατακράτησης ύδατος. Γι’ αυτό, αλλά και για λόγους υγείας, συστήνεται ο περιορισμός του αλατιού στα 5γρ ανά ημέρα. Αυτό σημαίνει μείωση όχι μόνο του πρόσθετου αλατιού αλλά και των κρυφών πηγών, όπως τα αλλαντικά, τα αρτοσκευάσματα, τα σνακ του εμπορίου, οι αλατισμένοι ξηροί καρποί κλπ.
Ταυτόχρονα, η κατακράτηση νατρίου και νερού μειώνεται από την πρόσληψη καλίου αλλά και της επαρκούς ενυδάτωσης. Πλούσιες πηγές καλίου είναι τα φρούτα και τα λαχανικά.

  • Η ένταξη της άσκησης στην καθημερινότητα.

Η οργανωμένη άσκηση και η καθημερινή φυσική δραστηριότητα συμβάλλουν στην αύξηση της αιμάτωσης στις περιοχές αυτές και μπορεί να βοηθήσουν στη μείωση της κυτταρίτιδας. Έτσι, προτείνεται, σύμφωνα και με τις υπάρχουσες συστάσεις, αερόβια άσκηση διάρκειας τουλάχιστον 150 λεπτών την εβδομάδα και επιπλέον ασκήσεις ενδυνάμωσης, 2-3 φορές την εβδομάδα.

  • Η αποφυγή του καπνίσματος.

Το κάπνισμα έχει ως αποτέλεσμα την παραγωγή σημαντικά μεγαλύτερων ποσοτήτων ελεύθερων ριζών στο σώμα και τη σύσπαση των μικρών αιμοφόρων αγγείων, τα οποία ευθύνονται για τοπικές βλάβες της μικροκυκλοφορίας. Αυτό μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη της κυτταρίτιδας ή/και την επιδείνωση της εικόνας.

  • Η διατήρηση του ποσοστού λίπους εντός φυσιολογικού εύρους.

Εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι παχυσαρκία και κυτταρίτιδα δε συνδέονται απαραίτητα. Η παχυσαρκία συνοδεύεται από μία γενικότερη αυξημένη εναπόθεση λίπους λόγω υπερτροφίας (αύξησης μεγέθους) και υπερπλασίας (αύξησης αριθμού) των λιποκυττάρων παντού στο σώμα. Αντίθετα, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η κυτταρίτιδα χαρακτηρίζεται από μεγάλα λιποκύτταρα (λόγω υπερτροφίας), τα οποία ασκούν πιέσεις στην επιφάνεια του δέρματος σε συγκεκριμένα σημεία.
Επιπλέον, υπάρχουν μελέτες που δεν έδειξαν σημαντική διαφορά στην εμφάνιση του δέρματος ύστερα από απώλεια βάρους, πράγμα που σημαίνει ότι η απώλεια βάρους δεν είναι βέβαιο ότι θα εξαφανίσει τον φλοιό πορτοκαλιού.

  • Πέρα από τα παραπάνω, επικουρικά μπορούν να συμβάλλουν και διάφορες τοπικές θεραπείες με κρέμες, μασάζ, θεραπείες κρουστικών κυμάτων και θεραπείες laser.

Εν κατακλείδι, δε μπορούμε να οδηγηθούμε σε βέβαια συμπεράσματα για τη σχέση της διατροφής και της ανάπτυξης/επιδείνωσης της κυτταρίτιδας, καθώς τα ερευνητικά δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας δεν είναι επαρκή. Ωστόσο, η βελτίωση του τρόπου ζωής με την υιοθέτηση υγιεινών συνηθειών και την ένταξη της άσκησης στην καθημερινότητά μας, μπορούν να βοηθήσουν στην αλλαγή της εικόνας του σώματος/δέρματος και εξωτερικά, πέρα από τη βέβαιη «εσωτερική αλλαγή» που προσφέρουν.

Βιβλιογραφία

  1. Bass, L. S. & Kaminer, M. S. Insights Into the Pathophysiology of Cellulite: A Review. Dermatol Surg 46 Suppl 1, S77–S85 (2020).
  2. Sadick, N. Treatment for cellulite. Int J Womens Dermatol 5, 68–72 (2018).
  3. Arora, G. et al. Cellulite: Presentation and management. J Cosmet Dermatol 21, 1393–1401 (2022).
  4. Young, V. L. & Dibernardo, B. E. Comparison of Cellulite Severity Scales and Imaging Methods. Aesthet Surg J 41, NP521–NP537 (2021).
  5. Tokarska, K., Tokarski, S., Woźniacka, A., Sysa-Jȩdrzejowska, A. & Bogaczewicz, J. Cellulite: a cosmetic or systemic issue? Contemporary views on the etiopathogenesis of cellulite. Postepy Dermatol Alergol 35, 442–446 (2018).
  6. Avram, M. M. Cellulite: a review of its physiology and treatment. J Cosmet Laser Ther 6, 181–185 (2004).